ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΔΙΑΘΛΑΣΤΙΚΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ
Παρά τις πρόσφατες προόδους στις διαθλαστικές χειρουργικές επεμβάσεις, μια μικρή μερίδα ασθενών εξακολουθούν να χρειάζονται οπτική διόρθωση μετά από την επέμβαση προκειμένου να πετύχουν ένα βέλτιστο οπτικό αποτέλεσμα. Διαδικασίες όπως LASIK, LASEK, PRK και άλλες διαδικασίες διόρθωσης της όρασης με λέιζερ έχουν πολύ ψηλά ποσοστά επιτυχίας
Παρά τις πρόσφατες προόδους στις διαθλαστικές χειρουργικές επεμβάσεις, μια μικρή μερίδα ασθενών εξακολουθούν να χρειάζονται οπτική διόρθωση μετά από την επέμβαση προκειμένου να πετύχουν ένα βέλτιστο οπτικό αποτέλεσμα. Διαδικασίες όπως LASIK, LASEK, PRK και άλλες διαδικασίες διόρθωσης της όρασης με λέιζερ έχουν πολύ ψηλά ποσοστά επιτυχίας και σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, πέραν του 95% των ασθενών οι οποίοι έχουν υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση διόρθωσης της όρασης είναι ικανοποιημένοι με τα αποτελέσματα. Ωστόσο, ένα μικρό ποσοστό των ασθενών παραμένουν δυσαρεστημένοι με το αποτέλεσμα οράσεως και αυτό μπορεί να συμβαίνει για διάφορους λόγους. Ένας από αυτούς είναι ο τρόπος με τον οποίο οι μεμονωμένοι κερατοειδείς ανταποκρίνονται στην ενέργεια λέιζερ και ο τρόπος με τον οποίο επιτυγχάνεται η επούλωση του κερατοειδούς.
Σε κάποιες περιπτώσεις, οι φακοί επαφής μπορεί να προσφέρουν τη μοναδική λύση αποκατάστασης της όρασης και της διόφθαλμης όρασης μετά από διαθλαστική χειρουργική επέμβαση. Ακόμη και αν οι ασθενείς συχνά απογοητεύονται όταν πρέπει να φορέσουν ξανά φακούς επαφής αφού έχουν υποστεί διαθλαστική χειρουργική για τη διόρθωση της μυωπίας τους, η διόρθωση της όρασής τους με φακούς επαφής μπορεί να τους δώσει τη δυνατότητα να οδηγούν και να συνεχίσουν τις καθημερινές τους δραστηριότητες και σε πολλές περιπτώσεις τους επιτρέπει ακόμη να διατηρήσουν τη θέση εργασίας τους.
Με χαμηλής ισχύος διορθώσεις που τυχόν να υπάρχουν ακόμα, μετά από το διορθωτικό χειρουργείο (χαμηλή μυωπία/ υπερμετρωπία/αστιγματισμός), όπου η διόρθωση με τα γυαλιά προσφέρει καλά επίπεδα όρασης, εφαρμόζονται συμβατικοί φακοί επαφής με τον κανονικό τρόπο, δίνοντας ένα καλό οπτικό αποτέλεσμα (δείτε επίσης τη σελίδα σχετικά με την εφαρμογή φακών επαφής). Σε περιπτώσεις όπου υπάρχει υπολειπόμενος αστιγματισμός μεγαλύτερος από 0.75DC μετά από διαθλαστική χειρουργική επέμβαση, τότε μπορεί να χρησιμοποιηθούν αστιγματικοί μαλακοί φακοί επαφής για τη διόρθωση αυτού του αστιγματισμού.
Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι σχεδιασμοί συμβατικών μαλακών φακών επαφής δεν παρέχουν σταθερή εφαρμογή στον κερατοειδή μετά από διαθλαστική χειρουργική επέμβαση και ως εκ τούτου δεν παρέχουν σταθερή όραση. Αυτό συμβαίνει κυρίως λόγω της διαφοράς στο σχήμα του κεντρικού κερατοειδούς, στο σημείο όπου έγινε η χειρουργική επέμβαση, σε σχέση με το σχήμα της περιφερικής «άθικτης» ζώνης του κερατοειδούς. Όσο μεγαλύτερο είναι το διαθλαστικό σφάλμα το οποίο πρέπει αρχικά να διορθωθεί με διαθλαστική χειρουργική (π.χ. όσο μεγαλύτερη είναι η μυωπία), τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η διαφορά στη γεωμετρία ανάμεσα στην κεντρική και την περιφερική ζώνη του κερατοειδούς μετεγχειρητικά. Καθώς μεγαλώνει η διαφορά στο σχήμα του κεντρικού και του περιφερικού κερατοειδούς, η μετεγχειρητική εφαρμογή του φακού επαφής θα γίνεται όλο και λιγότερο σταθερή με τους συμβατικούς φακούς, και αυτός είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο πιθανό να απαιτηθούν εξειδικευμένοι σχεδιασμοί φακών επαφής.
Σε ψηλούς βαθμούς αστιγματισμού μετά από διαθλαστική χειρουργική επέμβαση, μπορεί να χρησιμοποιηθούν ημίσκληροι φακοί επαφής (άκαμπτοι αεροδιαπερατοί) προκειμένου να επιτευχθεί καλύτερο οπτικό αποτέλεσμα. Οι διαδικασίες διόρθωσης της όρασης με λέιζερ αναδιαμορφώνουν το σχήμα της πρόσθιας επιφάνειας του ματιού αφαιρώντας μικροσκοπικές ποσότητες ιστού από τον κερατοειδή. Περιστασιακά αυτό μπορεί να προκαλέσει ανωμαλίες στο σχήμα του κερατοειδούς που μπορεί να καταστήσουν την όρασή σας λιγότερο ευκρινή μετεγχειρητικά σε σύγκριση με προεγχειρητικά όταν φορούσατε γυαλιά ή φακούς επαφής. Αυτές οι ανωμαλίες και ο ψηλός αστιγματισμός που μπορεί να προκύψουν μετεγχειρητικά δεν μπορούν να διορθωθούν με μαλακούς φακούς, καθότι τα μαλακά υλικά ακολουθούν το σχήμα του ανώμαλου κερατοειδούς ή “τυλίγονται γύρω” από αυτόν αναπαράγοντας απλά το ίδιο στρεβλωμένο σχήμα του κερατοειδούς στην πρόσθια επιφάνεια του φακού επαφής. Ως αποτέλεσμα, το είδωλο που αναπαράγεται στο οπίσθιο μέρος του ματιού είναι στρεβωμένο και οδηγεί σε θολή όραση. Αντιθέτως, οι ημίσκληροι φακοί (αεροδιαπερατοί) είναι κατασκευασμένοι από άκαμπτα υλικά και ως εκ τούτου διατηρούν το σχήμα τους μέσα στο μάτι. Ως αποτέλεσμα, το διάστημα μεταξύ του κερατοειδούς και της οπίσθιας επιφάνειας ενός ημίσκληρου φακού γεμίζει με δάκρια. Αυτή η δεξαμενή δακρύων καλύπτει τις ατέλειες στην επιφάνεια του κερατοειδούς που προκαλεί στρέβλωση της όρασης που οφείλεται κυρίως σε εκτροπές (σφάλματα στην εστίαση). Η πρόσθια επιφάνεια του ημίσκληρου φακού αντικαθιστά οπτικά την ανώμαλη επιφάνεια του κερατοειδούς και ως εκ τούτου εξαλείφει την στρέβλωση της όρασης έτσι ώστε το είδωλο που προκύπτει στο πίσω μέρος του ματιού να είναι ευκρινές.
Μετά από επεμβάσεις LASIK και LASEK, η εφαρμογή άκαμπτων ημίσκληρων φακών επαφής μπορεί να γίνει περίπου 12 εβδομάδες μετεγχειρητικά, με την προϋπόθεση ότι έχουν σταθεροποιηθεί οι παράμετροι του κερατοειδούς. Ωστόσο, μετά από διαδικασία PRK, αυτή η σταθεροποίηση μπορεί να πάρει μέχρι και 12 μήνες.
Ασθενείς οι οποίοι έχουν υποβληθεί σε παλαιότερες διαθλαστικές διαδικασίες στο παρελθόν, όπως χειρουργικές ακτινωτές κερατοτομές, μπορεί να επισκεφθούν τον οπτομέτρη με εκτασίες του κερατοειδούς αργής προόδου, συνήθως και στα δύο μάτια. Αυτό στην πραγματικότητα σημαίνει ότι το σχήμα του κερατοειδούς σταδιακά «καταρρέει» και αυτό οδηγεί σε στρεβλωμένη και μειωμένη όραση, που αναφέρεται μερικές φορές από τον ασθενή χρόνια μετά τη χειρουργική επέμβαση. Αυτές οι περιπτώσεις μπορεί να είναι περίπλοκες αλλά μπορούν να αντιμετωπιστούν με διαφορετικά είδη φακών επαφής (παρακαλώ διαβάστε την ειδική σελίδα σχετικά με τους φακούς επαφής).
Λόγω των περίπλοκων καταστάσεων που αντιμετωπίζονται μετά από διαθλαστικές επεμβάσεις, η εφαρμογή ημίσκληρων φακών επαφής μετά από αυτές τις επεμβάσεις είναι χαρακτηριστικά πιο περίπλοκη και πιο χρονοβόρα. Ο οπτομέτρης θα κάνει προσεκτική επιλογή τροποποιημένων σχεδιασμών ημίσκληρων φακών, ειδικά σχεδιασμένων για τη γεωμετρία αυτών των ματιών. Μπορεί να απαιτηθούν αρκετές τροποποιήσεις φακών για να επιτευχθεί το βέλτιστο αποτέλεσμα εφαρμογής, άνεσης και επιθυμητού οπτικού αποτελέσματος. Αν είστε ασθενής που έχετε υποστεί διαθλαστική επέμβαση και που χρειάζεστε φακούς επαφής, είναι σημαντικό να γνωρίζετε ότι είναι καλύτερα να δείτε έναν οπτομέτρη με εξειδίκευση στην εφαρμογή φακών επαφής σε κερατοειδείς ακανόνιστου σχήματος. Επιπρόσθετα, μη ξεχνάτε ότι αν δεν έχετε ποτέ χρησιμοποιήσει τον εξειδικευμένο τύπο φακών επαφής που έχει επιλεγεί για την περίπτωσή σας μετεγχειρητικά, πιθανόν να χρειαστεί μεγαλύτερο χρονικό διάστημα προσαρμογής και είναι καλύτερα να ακολουθείτε τις οδηγίες του οπτομέτρη σας σχετικά με τη φροντίδα των νέων φακών επαφής σας, το χρόνο χρήσης τους και τη συχνότητα των επισκέψεων παρακολούθησής σας.